Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

Θεμέλια για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο

Οι δημοσκοπήσεις δεν είναι πολιτική. Καταγράφουν ό,τι όλοι αντιλαμβανόμαστε αλλά οι πολιτικοί τις περισσότερες φορές αδυνατούν να αντιληφθούν.
Το 2004 κατέγραφαν τους Έλληνες ως πολίτες μιας χώρας που πρόσμεναν τη διοργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων και είχαν βρει μια θέση στην παγκόσμια κοινότητα. Ήταν το αποτέλεσμα της σταθερότητας (πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής) που είχε εξασφαλίσει ως τότε το ΠΑΣΟΚ.
Σε αυτό το αισιόδοξο περιβάλλον όπου δεν κυριαρχούσε αγωνία για το αύριο, ήταν αναμενόμενο, να ατονήσει το ενδιαφέρον των πολιτών για την πολιτική. Το εκλογικό σώμα κουρασμένο από την πολυετή διακυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, αβίαστα υιοθέτησε την συνθηματικού τύπου προσέγγιση της ΝΔ πως «όλοι ίδιοι είναι».
Η ΝΔ αναδύθηκε στην εξουσία με συγκεκριμένο σχέδιο. Μετέφερε εσκεμμένα την πολιτική αντιπαράθεση στο πεδίο της ηθικής και αφού αυτοχρίστηκε «αρχάγγελος της κάθαρσης» υποσχέθηκε «επανίδρυση του κράτους», δίνοντας στους πολίτες την ελπίδα πως δεν θα ακύρωνε, αλλά θα συνέχιζε, όσα «οι προηγούμενοι δεν πρόλαβαν».
Με τον τρόπο αυτό και την μεγάλη εκλογική της νίκη, εξασφάλισε την ανοχή των Ελλήνων και ξεκίνησε τη διακυβέρνηση της χώρας. Την πρώτη τετραετία ξόδεψε το πολιτικό της κεφάλαιο, ακριβώς γιατί δεν είχε πρόγραμμα και διοίκησε με την κεκτημένη ταχύτητα που είχαν εξασφαλίσει οι επιλογές των προηγούμενων κυβερνήσεων. Η ανυπαρξία προγράμματος και ικανών στελεχών την έκαναν να επενδύσει στο πρόσωπο του «ισχυρού πρωθυπουργού» που με το μαγικό ραβδάκι θα μπορούσε να λύνει κάθε φορά το γόρδιο δεσμό. Γνωρίζοντας την πολιτική της αυτή αδυναμία, φρόντισε να ζητήσει ανανέωση της κυβερνητικής της θητείας τη στιγμή που η χώρα καιγόταν. Τις εκλογές βεβαίως τις κέρδισε καθώς σε κατάσταση εθνικής τραγωδίας οι πολίτες δεν κάνουν αλλαγές, ελπίζοντας πως αυτό δε θα κάνει τα πράγματα χειρότερα, δεν δίνουν όμως και «λευκή επιταγή».
Σήμερα περίπου ένα χρόνο μετά τις εκλογές, το μόνο που έχει καταφέρει είναι να προκαλέσει το κοινό αίσθημα. Οι Έλληνες πλέον τη θεωρούν ικανή για όλα με αποκορύφωμα την υπόθεση του Βατοπαιδίου όπου κανείς δεν ένιωσε έκπληξη, παρά μόνον οργή. Οι εκλογείς από την γνωστή επωδό του «όλοι ίδιοι είναι», «κανείς δεν είναι κατάλληλος», «τίποτα δε μπορεί να λύσει τα προβλήματα της χώρας» έχουν μπει πια σε μια διαδικασία επαναπολιτικοποίησης. Ξεκίνησαν λέγοντας πως η χώρα χρειάζεται κυβερνήσεις συνεργασίας και συμμαχίες και στην αρχή έδειχναν να επιλέγουν μικρά κόμματα σε ενδεχόμενες εκλογές.
Σήμερα με την κατάλυση του κράτους και την οικονομία στο χειρότερό της σημείο, είναι ανασφαλείς για το μέλλον, μετακινούνται πολιτικά στην Κεντροαριστερά και αναζητούν ως ένα βαθμό κρατικό παρεμβατισμό. Σε περιόδους κρίσης οι ψηφοφόροι δεν πειραματίζονται και επιλέγουν δοκιμασμένες λύσεις.
Μια αυτοδύναμη κυβέρνηση που θα μπορέσει να εξασφαλίσει ευρείες κοινωνικές συναινέσεις και παράλληλα θα δίνει λύσεις στα πολλά και διαφορετικά προβλήματα των πολιτών είναι το ζητούμενο. Σε αυτή τη συνθήκη το ΠΑΣΟΚ μπορεί να αναδειχθεί. Έχει κυβερνητική εμπειρία και ικανά στελέχη, μπορεί να ενισχύσει το κοινωνικό κράτος και να δημιουργήσει περιβάλλον ασφάλειας και σιγουριάς στους πολίτες και να βάλει τα θεμέλια για ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο.
Το ΠΑΣΟΚ μέχρι στιγμής με συνεπή δουλειά, έχει καταφέρει να κάνει τους πολίτες να το ακούσουν, τώρα μένει να πει κάτι ενδιαφέρον στον πολίτη που διαδηλώνει, διότι θα μπορούσε να ήταν το δικό του παιδί δολοφονημένο στα Εξάρχεια. Να μιλήσει στον μαθητή που κινητοποιείται διότι το σχολείο και η κοινωνία ακυρώνουν τα όνειρά του. Να απευθυνθεί στον πολίτη που διαμαρτύρεται γιατί το κράτος είναι εχθρικό απέναντί του.
Όποιος καταφέρει να διατυπώσει ξεκάθαρο πολιτικό λόγο σε αυτό το πλαίσιο, με λύσεις υλοποιήσιμες και χωρίς κορώνες και κραυγές διαμαρτυρίας, όπως φαίνεται από τις δημοσκοπήσεις, θα κερδίσει αυτοδύναμα τις επόμενες εκλογές.

Δημοσίευση: Αξία, 20 Δεκεμβρίου 2008

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2008

Έχει ευθύνες και η γενιά των 50άρηδων

Στην Ελλάδα δεν συζητάμε όσο θα έπρεπε ή για την ακρίβεια δε συζητάμε αυτά που θα έπρεπε. Ξεκίνησαν διάφορες συζητήσεις τις τελευταίες μέρες με αφορμή τα όσα ντροπιαστικά συνέβησαν. Συζητήσεις που δεν άγγιξαν, όμως, την ουσία των προβλημάτων, αλλά αναλώθηκαν στην υποχρέωσή μας να ακούσουμε τη γενιά των 16άρηδων. Φοβάμαι πως για μια ακόμη φορά οι απόψεις θα κατατεθούν και μόλις το θέμα φύγει από την επικαιρότητα θα ξεχαστεί κι αυτή η γενιά και μαζί με όλες τις προηγούμενες θα συνεχίσει συνθλιμμένη να ψάχνει μόνη της «την άκρη».
Δεν διαφωνώ πως πρέπει να ακούσουμε τα παιδιά, αλλά πιστεύω ότι είναι καιρός πλέον να αντικρίσουμε το πρόβλημα κατάματα. Το πρόβλημα και η αιτία είναι μια άλλη γενιά. Η γενιά των σημερινών 50άρηδων. Μπορείτε να την αποκαλέσετε «γενιά του Πολυτεχνείου», «γενιά της αλλαγής» ή όπως αλλιώς επιθυμείτε. Αυτό που δεν μπορείτε όμως να μην της αποδώσετε είναι πως είναι η γενιά που διαφυλάττει καλύτερα από όλες τις άλλες τα κεκτημένα της.
Οι σημερινοί 50άρηδες, οι νέοι της εποχής που θα έλεγε κι ο Ζαμπέτας, βρίσκονται στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα σε θέσεις κλειδιά. Στον μεν ιδιωτικό είναι επιχειρηματίες που τις περισσότερες φορές μεγάλωσαν μια μικρή επιχείρηση και με σύμμαχο τους καλούς οικονομικά καιρούς εξασφάλισαν επίπεδο διαβίωσης, σημαντικά καλύτερο από εκείνο των γονιών τους.
Στον δημόσιο τομέα, με διαβατήριο κυρίως το απολυτήριο του 6ταξίου Γυμνασίου, έχουν αναρριχηθεί στις θέσεις των τμηματαρχών ή διευθυντών των υπηρεσιών τους και ασκούν εξουσία.
Η υποβόσκουσα κοινωνική σύγκρουση αυτή την ώρα δεν είναι μεταξύ της κοινωνίας και των 16άρηδων είναι μεταξύ των 50άρηδων και των 30άρηδων.
Των 30άρηδων που το 1991 ήταν αγωνιστές μαθητές και διατύπωναν αιτήματα. Που είναι πολύ πιο μορφωμένοι από τους μεγαλύτερους. Που με όραμα και προσπάθεια έχουν πάρει πτυχία, έχουν ανοίξει τον ορίζοντά τους και έχουν άποψη γιατί έχουν δει και «λίγο παραέξω». Εκείνων που σήμερα βρίσκονται στον ιδιωτικό τομέα και δουλεύουν 10 ώρες την ημέρα και τα Σαββατοκύριακα με προϊστάμενο κάποιον που διοικεί το προσωπικό με τρόπο ανάλογο εκείνου του παππού του όταν έβοσκε πρόβατα. Των 30άρηδων που στο δημόσιο τομέα έχουν μπει με διαγωνισμό του ΑΣΕΠ και αντικειμενικά κριτήρια και που καθημερινά συνθλίβονται από εκείνους που βλέπουν τις εργασιακές σχέσεις όπως στο Βυζάντιο. Καταπιέζοντας δηλαδή με κάθε τρόπο τον κατώτερο και κολακεύοντας με όποιο κόστος τον ανώτερο. Δε διεκδικώ το ρόλο του αυτόκλητου συνηγόρου της γενιάς μου. Ζητώ μόνο το αυτονόητο δικαίωμα στην δημιουργία διότι στις κοινωνίες η συνέχεια εξασφαλίζεται από όλες τις γενιές. Δεν ξέρω αν το συνταξιοδοτικό θα επιβαρυνθεί με την αποχώρηση των 50άρηδων. Εκείνο που μπορώ να διαβεβαιώσω είναι πως αν δεν αλλάξουν τακτική η κοινωνία θα συνεχίσει να επιβαρύνεται.


Δημοσίευση: Εφημερίδα ΝΙΚΗ – 16 Δεκεμβρίου 2008