Κυριακή 28 Ιουνίου 2015

Οι δημοσκοπήσεις (δεν) είναι μαντείο

Πως γίνεται ένα γκάλοπ;
Η δημοσκόπηση είναι έρευνα γνώμης που καταγράφει τις θέσεις των πολιτών σε συγκεκριμένα ζητήματα και μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους. Τα τελευταία χρόνια η πιο διαδεδομένη μέθοδος είναι εκείνη της τηλεφωνικής έρευνας, καθώς εξασφαλίζει ταχεία απόκριση για τα τρέχοντα ζητήματα της επικαιρότητας.
Στη RASS έχουμε σε ηλεκτρονική μορφή τα ενεργά τηλεφωνικά κέντρα των σταθερών οικιακών τηλεφώνων της χώρας και με το κατάλληλο πρόγραμμα στον υπολογιστή δημιουργούμε δεκαψήφιους τηλεφωνικούς αριθμούς. Έτσι, επιλέγοντας δείγμα με τυχαίο τρόπο και χρησιμοποιώντας την κατάλληλη δειγματοληπτική τεχνική, καλούμε τα νοικοκυριά στην ελληνική επικράτεια και απευθύνουμε μια σειρά ερωτήσεων. Όταν το απαιτούμενο δείγμα συλλεχθεί, αναλύουμε τα δεδομένα αθροιστικά και βγάζουμε αποτελέσματα. Η γνώμη του καθενός μας είναι και μετρά ως μοναδική, αλλά αξιοποιείται καλύτερα ως μέρος ενός συνόλου.
Πόσο αξιόπιστα είναι;
Η αξιοπιστία ενός γκάλοπ εξαρτάται από το πόσο πιστοί είμαστε στην εφαρμογή της επιστήμης. Όσο λιγότερο αποκλίνεις από αυτό που ορίζει η δειγματοληψία και η στατιστική, τόσο πιο αξιόπιστος είσαι. Αυτό είναι και το σημείο που μπορεί να διακρίνει τον δημοσκόπο: πρέπει κάποιος να εμπιστεύεται τα δεδομένα, και όχι την κρίση του, στην ανάλυση των αποτελεσμάτων.
Με ποια κριτήρια γίνονται οι ερωτήσεις;
Το αντικείμενο μιας έρευνας διαφοροποιεί και το ερωτηματολόγιο που υποβάλλουμε. Σε μια πολιτική δημοσκόπηση υπάρχουν ορισμένες σταθερές ερωτήσεις που υποβάλλονται για να παρακολουθούμε την διαχρονική εξέλιξη της κοινής γνώμης, όπως, για παράδειγμα, η αξιολόγηση κυβέρνησης και αντιπολίτευσης, η δημοτικότητα των πολικών αρχηγών ή η πρόθεση ψήφου. Οι σταθερές ερωτήσεις περιβάλλονται και από εκείνες που αφορούν στην τρέχουσα επικαιρότητα και αλλάζουν ανάλογα με την περίσταση.  

Πως γίνεται η επιλογή των ερωτηθέντων;
Η επιλογή των ερωτωμένων εξαρτάται από το αντικείμενο της έρευνας και τον πληθυσμό στον οποίο απευθύνεται. Σε μια πανελλαδική πολιτική δημοσκόπηση επιλέγεται δείγμα από τις 13 διοικητικές περιφέρειες της χώρας, αναλογικό του πληθυσμού.

Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι σε κάποιες περιπτώσεις έχουν πέσει έξω;
Θα ήθελα να επισημάνω ότι οι έρευνες γνώμης καταγράφουν την αντίδραση της στιγμής και σε καμία περίπτωση δεν είναι εργαλεία πρόβλεψης μελλοντικής συμπεριφοράς. Στις περιπτώσεις που είμαστε πιστοί στην εφαρμογή όσων ορίζει η στατιστική, είμαστε πιο κοντά στην πιστότερη καταγραφή της γνώμης των πολιτών, αντιθέτως εκείνοι που κάνουν επιστημονικές εκπτώσεις και εμπιστεύονται το αισθητήριό τους, αποτυγχάνουν πάραυτα.

Πιστεύετε πως μπορούν τα αποτελέσματα των γκάλοπ να καθορίζουν τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα μας;
Η δημοσκόπηση είναι επιστημονικό εργαλείο καταγραφής της κοινής γνώμης και όχι μέσο άσκησης πολιτικής. Χωρίς αμφιβολία μπορεί να είναι σημαντική βοήθεια για έναν πολιτικό, ως η μόνη αληθινή επαφή του με την πραγματικότητα, αλλά μόνον αυτό. Ξέρετε, τις περισσότερες φορές οι πολιτικοί είναι περιχαρακωμένοι σε τέσσερις τοίχους με τους συνεργάτες τους και δεν έχουν την αληθινή εικόνα της κοινωνίας. Αυτή την εικόνα μπορεί να τη δώσει η δημοσκόπηση. Ο πολιτικός όμως πρέπει να αποφασίζει με βάση το πολιτικό του αισθητήριο, το όραμά του και το δημόσιο συμφέρον και όχι τις δημοσκοπήσεις. Αν αποφασίζει βάση των γκάλοπ, τότε είναι διαχειριστής, όχι πολιτικός ηγέτης.
Τι πιστεύουν οι πολίτες για τα γκάλοπ;
Η παρατεταμένη οικονομική κρίση στη χώρα μας έχει δημιουργήσει συνθήκες δυσπιστίας σε όλους τους τομείς και ιδιαιτέρως στην πολιτική. Σε αυτή τη δίνη αναμενόμενο είναι και ό,τι συνδέεται με την πολιτική και κινείται στις παρυφές της, όπως οι δημοσκοπήσεις, να περιβάλλεται με ιδιαίτερη δυσπιστία. Δεν θα αδικήσω όμως και τους πολίτες. Σε μία χώρα όπου υπάρχουν ως και «μαϊμού» εταιρείες δημοσκοπήσεων, που έχουν συσταθεί για να εξυπηρετήσουν συμφέροντα, πώς οι πολίτες να εμπιστευθούν εμάς που με συνέπεια υπηρετούμε τον κλάδο; Άλλωστε είμαστε σαν τη μύγα μες το γάλα.
Πόσα «μυστικά» γκάλοπ υπάρχουν;
Τα γκάλοπ που βλέπουν το φως της δημοσιότητας είναι ελάχιστα σε σχέση με εκείνα που διεξάγονται. Οι δημοσκοπήσεις γίνονται για να απαντούν σε βαθύτερα ερωτήματα που αφορούν τα κοινωνικά θέματα και την πολιτική και βεβαίως για να χαράσσονται στρατηγικές. Τα θέματα που δημοσιοποιούν τα μέσα ενημέρωσης, αποτελούν συνήθως ένα μικρό μέρος μιας δημοσκόπησης, καθώς αφορούν στην τρέχουσα επικαιρότητα. 
Πως νιώθετε όταν πολλές φορές πολιτικοί αρχηγοί ή και πρωθυπουργοί στη δημοσιοποίηση μιας δημοσκόπησης απαντούν ... «το λάβαμε το μήνυμα».
Θλίψη και ανησυχία. Αν οι πολιτικοί περιμένουν να λάβουν το μήνυμα από τη δημοσκόπηση, τότε και ο γιαλός είναι στραβός και στραβά αρμενίζουμε. Η πολιτική οφείλει να έχει κέντρο τον άνθρωπο και τις αξίες που θα πάνε την κοινωνία πιο μπροστά. Ο πολιτικός πρέπει να διατυπώνει αφήγημα και όραμα για τη χώρα και όχι να αντιδρά στα νούμερα των δημοσκοπήσεων.
Πολλές φορές η καθημερινότητα μπορεί να στερήσει στον πολίτη το όραμα και να τον εγκλωβίσει στο εφήμερο. Εκεί χρειάζεται ο πολιτικός ηγέτης που θα χαράξει το μέλλον και θα πάρει τις κρίσιμες αποφάσεις για τη χώρα. Διότι, όταν ο λαός είναι κουρασμένος, η κρίση του είναι θολή. Όταν ο πολιτικός είναι φωτισμένος, η χώρα μεγαλουργεί.
Αναρωτηθήκατε ποτέ πόσες αποφάσεις θα είχαν αναβληθεί αν οι πρωθυπουργοί της χώρας αποφάσιζαν με βάση τα γκάλοπ;

Δημοσίευση: Εφημερίδα "Στο Καρφί" - 27 Ιουνίου 2015

Τρίτη 2 Ιουνίου 2015

Αρκεί μια ομάδα «ταραξιών» για να κάνει το γήπεδο μπάχαλο…






Εμείς ή εσείς; Αυτοί ή οι άλλοι; Οι πάνω ή οι κάτω; Οι βόρειοι ή οι νότιοι; Δεξιά ή αριστερά; Πρόοδος ή συντήρηση; Μνημόνιο ή αντιμνημόνιο;
Οι κοινωνίες από καταβολής τους έψαχναν διαχωριστικές γραμμές. Για να διακριθούν οι μεν από τους δε. Ο κόσμος έζησε μεταπολεμικά σε μια διαίρεση. Χώρες και λαοί συντάχθηκαν πίσω από τον πόλο που τους συγκινούσε ή τους βόλευε.
Η ταύτιση με τη μια ή την άλλη μεριά είναι σύμφυτη με την ανθρώπινη φύση. Οι κοινωνίες άλλωστε προσδιορίζονται έτσι.
Στην Ελλάδα σήμερα αναζητούμε αυτή τη διαχωριστική γραμμή, για να προσδιοριστούμε ως έθνος, για να πάρουμε θέση ως πολίτες.
Ποια είναι σήμερα η διαιρετική τομή της κοινωνίας; Από πού πηγάζει και πως θα επηρεάσει το μέλλον της χώρας;
Κατά την άποψή μου η διαχωριστική γραμμή έχει ιδεολογικό πρόσημο και συμπεριφορική αναφορά.
Οι Έλληνες σήμερα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες: Στους δημιουργικά και στους καταστροφικά σκεπτόμενους.
Οι μεν πρώτοι είναι εκείνοι που αποφάσισαν να πάρουν το δύσκολο δρόμο. Το δρόμο του κόπου και όχι του τρόπου. Εκείνοι που παλεύουν μόνοι τους, που θέλουν μια ζωή αξιοπρεπή, χωρίς προσωπικές εξαρτήσεις. Εκείνοι που στο πλαίσιο της ευγενούς άμιλλας θα προσπαθήσουν να γίνουν καλύτεροι και να φθάσουν το διπλανό τους. Να κερδίσουν μέσα από το ταξίδι και με τον τρόπο και τη συμπεριφορά τους να ωφελήσουν το κοινωνικό σύνολο. Είναι εκείνοι που αντιλαμβάνονται ότι χωρίς δουλειά δε γίνεται τίποτα, ότι «τα αγαθά κόποις κτώνται».
Υπάρχει και η άλλη κατηγορία όμως. Εκείνων που η ζωή, η κοινωνία, το σύμπαν τους χρωστάει, διότι απλά υπάρχουν. Εκείνοι που έχουν μόνον απαιτήσεις από τη ζωή αλλά όχι και υποχρεώσεις. Ο ελληνάρας που με λίγη μαγκιά και τσαμπουκά θα επιβληθεί.  Που θα απαιτήσει διορισμό στο Δημόσιο και θα σκαρφιστεί μετά τρόπους για να μη δουλεύει. Που τον απασχολεί πως θα διαλύσει το σύμπαν για να νιώσει καλύτερα. Γιατί να κοπιάσεις να γίνει καλύτερος, όταν μπορείς να συνθλίψεις τον καλύτερο και να τον φέρεις στα μέτρα σου; Έτσι έχει, άλλωστε, νόημα η διάλυση των πάντων, ο υποβιβασμός των άλλων.
Αυτές λοιπόν είναι οι δύο βασικές σχολές σκέψης σήμερα στη χώρα. Η πρώτη έχει συνταχθεί με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και μπορεί σε μια προτεσταντική λογική να λειτουργήσει, μπορεί να φερθεί σα νοικοκύρης, όπως λέγαμε παλιά.
Η δεύτερη, η επικρατούσα δυστυχώς, φέρεται σαν τον κ. Βαρουφάκη και την κ. Κωνσταντοπούλου. Με μαγκιά και τσαμπουκά θα σας διαλύσω. Θέλω να είμαι μέρος της ζωής σας, αλλά με τους δικούς μου όρους. Η κοινωνία να έρθει στα δικά μου τα μέτρα, δε θα μπω εγώ στους κανόνες της.
Εκτιμώ πως η πρώτη κατηγορία είναι πλειοψηφική αλλά εσωστρεφής. Η δεύτερη μειονοτική και εξωστρεφής, γεγονός που κάνει τη διαφορά. Αρκεί μια μικρή ομάδα ταραξιών να κάνει ένα γήπεδο μπάχαλο και να στιγματίσει μια κοινωνία. Το αξίζουμε; 

Δημοσίευση: ΤΟ ΠΑΡΟΝ, Κυριακή 31 Μαΐου 2015, σελ. 9